Μήνυμα προς τους βουλευτές της κυπριακής δημοκρατίας
Η βουλή της κυπριακής δημοκρατίας όφειλε να τοποθετηθεί στο ζήτημα των διαπραγματεύσεων που αποσκοπούν στην μετάβαση σε ένα ομοσπονδιακό σύνταγμα που ίσως πλαισιωθεί και με άλλες συμφωνίες πάνω σε ειδικά θέματα.
Η βουλή των αντιπροσώπων όφειλε προ πολλού να ξεκαθαρίσει ότι το όποιο σχέδιο λύσης που ετοιμάζεται δεν μπορεί να τεθεί απευθείας στο λαό για δημοψήφισμα χωρίς να περάσει μέσα από το κορυφαίο νομοθετικό όργανο της δημοκρατίας και να τύχει των νομίμων τροπολογιών του από τους βουλευτές.
Η παράκαμψη της βουλής και η κατάθεση του σχεδίου σε απευθείας δημοψήφισμα είναι πράξη που καταλύει την δημοκρατία , καταλύει το νομοθετικό σώμα και περιορίζει τις αρμοδιότητες του σε επιμέρους νομοθετικά ζητήματα και όχι στο μείζων ζήτημα του συντάγματος που είναι το υπόβαθρο όλων των δευτερογενών νόμων.
Επί αυτής της αρχής το ετοιμαζόμενο σχέδιο πρέπει να ονομασθεί προσχέδιο και να περάσει μέσα από την βουλή ως προσχέδιο πρωτογενούς νόμου.
Υποτίθεται ότι στον κοινοβουλευτισμό οι αντιπρόσωποι του λαού είναι οι καθ ύλην αρμόδιοι για την μελέτη των νομοθετικών ζητημάτων τους οποίους ο λαός ορίζει ως αντιπροσώπους του με σκοπό να επιλαμβάνονται των νομοθετικών ζητημάτων.
Κάθε νομοθετική πρόταση που θέτει η εκτελεστική εξουσία κατατίθεται στην βουλή προς έγκριση και τροποποίηση.
Αυτή είναι η ελάχιστη δημοκρατική διαδικασία που διασώζεται μέσα στο κοινοβουλευτικό σύστημα και αν αυτή η ελάχιστη δημοκρατία στραγγαλιστεί και μετατραπεί η εκτελεστική εξουσία σε νομοθετική αρχή τότε τα πάντα καταλύονται και ο λαός μένει ξαφνικά χωρίς τους ειδικούς αντιπροσώπους του εγκαταλελειμμένος στην άγνοια του να αποφανθεί για ένα μείζων ζήτημα που είναι το σύνταγμα με ένα ναι ή ένα όχι.
Σε αυτή την περίπτωση της παράκαμψης του νομοθετικού σώματος το δημοψήφισμα είναι πράξη βίας και έσχατη παρανομία.
Πόσο μάλλον εάν προστεθεί στο σκηνικό και τα δύο εκλογικά σώματα που έχουν τεθεί ως apriori πραγματικότητες και υποκείμενα των διεξαγόμενων συνομιλιών τα οποία θα οδηγήσουν σε διπλό δημοψήφισμα στο οποίο επιπλέον θα συμμετέχουν και οι έποικοι.
Αντιλαμβανόμαστε μέσα από όλα όσα γίνονται ότι τα Ηνωμένα Έθνη δεν υπερασπίζονται το διεθνές δίκαιο αλλά σύρουν την κυπριακή δημοκρατία στο σφαγείο των ξένων συμφερόντων που επιθυμούν μια λύση - διάλυση της κυπριακής δημοκρατίας.
Πάνω σε αυτή την γραμμή βαδίζει και η εκτελεστική εξουσία , η κυβέρνηση της κυπριακής δημοκρατίας που αρνείται να υπερασπιστεί την κυριαρχία της κυπριακής δημοκρατίας , το διεθνές δίκαιο και τις ελάχιστες ‘έστω δημοκρατικές αρχές που περικλείονται στον κοινοβουλευτισμό.
Ως πολιτευτής καλώ όλα τα κόμματα να υπερασπιστούν την ουσία της αντιπροσωπευτικής νομοθετικής βούλησης και να απαιτήσουν όπως το όποιο σχέδιο λύσης κατατεθεί ως προσχέδιο λύσης στη βουλή για να τύχει των απαραίτητων τροποποιήσεων και διαβουλεύσεων που θα τεθούν επίσης προς γνώση του λαού τον οποίον αντιπροσωπεύουν.
Σε περίπτωση άρνησης των βουλευτών να πράξουν το κατά νόμον καθήκον τους τους πληροφορω ‘οτι δεν είναι υποχρεωμένος κανένας πολίτης να δεχθεί τις μεθοδεύσεις ξεπουλήματος της πατρίδος και ότι του νόμου καταλυθέντος από τους ίδιους τους αντιπροσώπους του λαού τότε ο λαός δικαιούται στο όνομα της κυριαρχίας του και της ελευθερίας που προέρχεται από το θείον να εκφράσει ο ίδιος την νομιμότητα με οποιοδήποτε μέσον μη αποκλειομένης της θυελλώδους εξεγέρσεως .
Όταν η βουλή αρνείται να πράξει το νομοθετικό της καθήκον τότε αίρεται αυτομάτως η εξουσία της και περνά στα χέρια του επαναστατημένου λαού.
Λουκάς Σταύρου
πολιτευτής