Λουκάς Σταύρου
Ζωγράφος, ποιητής, συγγραφέας, ενεργός πολίτης.

Για την μάχη του Γρανικού

Δεν είχε αρχίσει η σύγκρουση
και σιγή ην πολλή αφ’ εκατέρω
και αίφνης αντήχησε
του Ενιάλιου , άνακτος της μάχης
η κραυγή τρομακτική
σαν να έβγαινε από τα βάθη
των ψυχών και των αιώνων
φλογώδης εκδίκηση
και με σαλπίσματα και αλαλαγμούς
όρμησαν οι λογχοφόροι ιππείς
με πρώτο τον Αμύντα τον γενναίο
του Αρραβαίου τον υιόν
και ο Πτολεμαίος ο Φιλίππου
που του Σωκράτους την ίλη
οδηγούσε
Εις δε το κέρας το δεξιόν
ο Αλέξανδρος πάνω στο Βουκεφάλα
με τους ατσαλοφόρους ιππείς
εδιάβαινε το ρέμα
και αντάμωσαν οι δυο στρατοί
και με αίμα βάφτηκαν οι όχθες
και τα νερά
ως τη γαλάζια θάλασσα
με κόκκινο ξεχύθηκαν αφρό.
Χρυσές ασπίδες
ασημοστόλιστες λαβές
με τιάρες στολισμένες με μαργαριτάρια
και ενδύματα χλιδής
με λογής λογής λίθους
και κλωστές αστραφτερές
που θαμπώνουνε τους σκλάβους
τίποτα δεν ωφέλησαν.
Άλογα και κορμιά
απλωμένα κατά γης
σφαγμένα μέσα στα αίματα
και των Περσών οι πιο τρανοί
συγκαταλέγονταν στους σκοτωμένους
και ανάμεσα τους
ω δυστυχής στιγμή
Έλληνες μισθοφόροι
υπέρ βαρβάρων έπεσαν
Αυτή τη μάχη την κερδίσαμε
άπαντες οι Έλληνες
πλην Λακεδαιμονίων
με τον υπερφίαλο τοπικισμό τους .
Ένα έθνος , μια σημαία , ένας στρατός.
Αυτό να πείτε
πηγαίνοντας ανάθημα
ετούτες τις τριακόσιες πανοπλίες
στην γλαυκώπιν Αθηνά
που με την τρομερή αιγίδα
περιβάλλεται στις μάχες.
Θάψαμε τους νεκρούς μας με τιμές
αποδίδοντας στο θάνατο
τα οφειλόμενα
μα και τον Λύσιππο
εργάτη των μουσών
εκέλευσε ο Αλέξανδρος
στο Δίον να στήσει
χάλκινους ανδριάντες
μνήμης αγήραστης σημεία
σε αυτούς που η δόξα έστεψε
εδώ στο Γρανικό.

Λουκάς Σταύρου