Λουκάς Σταύρου
Ζωγράφος, ποιητής, συγγραφέας, ενεργός πολίτης.

Αποχαιρετιστήρια σιωπή

Πόσο γοργά περνούν οι ώρες
και όσα μας πίκραναν
ξεμακραίνουν στο ομιχλώδες
παρελθόν.
Αντιφεγγίζουν τα φώτα
στα θαλασσινά νερά
σαν κάποιο πνεύμα μυστικό
να σχεδιάζει την ομορφιά
μέσα στη νύχτια γαλήνη
τα τριζόνια δεν σωπαίνουν
αλλοτινές ημέρες μου θυμίζουν
ξέγνοιαστες και ευτυχισμένες
πόσες νύχτες θερινές
περασμένα τα μεσάνυχτα
ύστερα από κουβέντες στοχαστικές
καθισμένοι στη δροσερή αυλή μας
ανασηκώναμε το βλέμμα
προς τα άστρα
και θαυμάζαμε τα νεφελώματα
των γαλαξιών
και τα αναρρίθμητα ουράνια φώτα
που τρεμόσβηναν ταξιδιάρικα
στο απέραντο διάστημα
και όση γαλήνη αντανακλούσε
ο ουρανός
άλλη τόση εξέπεμπε η καρδιά μας
προς αυτόν
ώσπου ο ύπνος
μας έκλεινα απαλά τα βλέφαρα.
Τώρα σιγή βασιλεύει εκεί
που πρωτοζήσαμε το ξάνοιγμα
της καρδιάς στους ουρανούς
πολυμνήμονη σιγή
που μέσα της κοιμίζει
την ανάμνηση της άπειρης ζωής
είναι σε τέτοιους τόπους
που η μούσα της ποιήσεως
κατοικεί
αθέατη στους πολλούς
στους εκλεκτούς της μόνον ορατή.
Γύρισε ψυχή από τα ταξίδια σου
και τις μαγευτικές σου νοσταλγίες
η βάρκα ετούτη σε φωνάζει
να την προσέξεις
με το χορευτικό καθρέφτισμα της
στα νερά
τόσες ελπίδες αύριο
τόσα όνειρα
θα ταξιδέψει εντός της
και θα γυρίσει ο ταπεινός ψαράς
με τα δίκτυα της ευλογίας γεμάτα
και στη καρδιά του αντίλαλος
τα μιλήματα της θάλασσας
και των γλάρων τα λευκά
φτερουγίσματα.
Παιχνιδίζουσες φωνούλες των παιδιών
η συγκίνηση που συνταράσσει
την απεραντοσύνη της ψυχής.
Στο βάθος μείναμε παιδιά
ασυμβίβαστοι και ονειροπαρμένοι
τι σημασία έχει
αν είναι τρύπια τα παπούτσια μας
σήμερα παίξαμε τους θεατρίνους
ανεβάσαμε στη πενιχρή σκηνή
της ύπαρξης μας
την καθημερινή μας περιπέτεια
την δραματική
αποχαιρετιστήρια σιωπή
καθώς βλέπεις να φεύγει το καράβι
χωρίς ένα μαντήλι να ανεμίζει
και μέσα σου γοή σπαρακτική.
Θα ξημερώσει οπου νάναι
απόκαμαν οι θλίψεις στη καρδιά μας
και αποκοιμήθηκαν παράμερα
να αφήσουν τόπο
στο μονόλογο της ελπίδας
αποδημητικά πουλιά
θα διασχίσουν τον ορίζοντα
και με ηχηρούς κρωγμούς
θα αφυπνίσουν
την κοιμωμένη ψυχή μας
και θα ξανάρθουν πάλιν οι θύμησες
εικόνες που κουρνιάζανε
στους ίσκιους
θα ξαναδώσουνε το φως τους
και με ένα πέταγμα γοργό
θα σηκωθούμε πάλι
στα αιθέρια ύψη.

Λουκάς Σταύρου

(3 του Νοέμβρη 2005)