Περί της ελευθερίας της βούλησης και της χριστιανικής βίας
Για να δεχθούμε την ελευθερία της βούλησης θα πρέπει να θεωρήσουμε το υποκείμενο και την ουσία που το αποτελεί ως απολύτως αυτοτελές.
Αλλά ένα υποκείμενο απολύτως αυτοτελές οφείλει να είναι και αυθύπαρκτο και άφθαρτο και αιώνιο.
Διότι αν δεν είναι αυθύπαρκτο αλλά δημιούργημα από κάποιο άλλο υποκείμενο τότε ήδη η αυτοτέλεια του αναιρείται καθότι δημιουργήθηκε για να εξυπηρετήσει τον σκοπό του δημιουργού του.
Αν πάλι ο δημιουργός αυτού του υποκειμένου το έπλασε από προϋπάρχουσα ύλη τότε το δημιουργηθέν υποκείμενο , το προικισμένο με αυτοτέλεια, φέρει εντός του τις ροπές της προϋπάρχουσας ύλης ή ουσίας και κατά συνέπεια παύει να είναι αυτοτελές.
Σε αυτή την δυσκολία η χριστιανική θεολογία απαντά πως το δημιουργηθέν υποκείμενο δεν παράχθηκε από προτέραν ουσία αλλά από την βούληση του θεού εκ του μηδενός , εκ του μη όντος και ορίσθηκε ως αυτοτελές με ελεύθερη βούληση άρα και ως φορέας της απόλυτης ευθύνης.
Στην χριστιανική θεολογία τα όντα δημιουργούνται με απευθείας ενέργεια του θεού και ορίζονται ως τέτοια στην αιωνιότητα.
Αυτή η περιγραφή της δημιουργίας έχει κάποια σχέση και με τον πλατωνικό κόσμο των ιδεών όπου εκεί οι ιδέες των όντων είναι αυτοτελείς και αιώνιες και εξ αυτών των ιδεών λαμβάνουν μορφή τα όντα στην χωροχρονική τους διάσταση.
Βέβαια ο Πλάτων δεν δέχεται την γέννηση εκ του μηδενός αλλά θεωρεί τον κόσμο της αίσθησης ως αποτύπωμα των ιδεών επί της προυπάρχουσας αιώνιας ύλης της ατάκτως διακείμενης και ως εκ τούτου φερόμενης εις τάξη.
Η χριστιανική θεολογία δεν δέχεται την προϋπάρχουσα ύλη αλλά υιοθετεί την βιβλική ιδέα της εκ του μηδενός δημιουργίας. Και όχι μόνο την υιοθετεί στα πλαίσια μιας συζήτησης φιλοσοφικής αλλά την επιβάλλει δια πυρός και σιδήρου και την συντηρεί στην συνείδηση των ποιμνίων του δια της εξουσίας που ασκεί επί αυτών.
Στη δική μου φιλοσοφική έρευνα δεν νοείται κανένας θεός ανεξάρτητος από την ύλη του κόσμου ως επίσης δεν νοείται ο κόσμος των αναλλοίωτων ιδεών, αλλά η ύλη στις ανώτερες ταχύτητες της αναπτύσσει συμπεριφορά νόησης που δεν αναιρεί την αυτοτέλεια αυτής αλλά συμμετέχει στην μορφοπλαστική έκπτυξη σε κόσμον ο οποίος κόσμος συνεχώς ρέει και εξελίσσεται και παράγει ολοένα και νέες μορφές ζωής πραγματώνοντας την αυτοτέλεια της ύλης και την τυχαιότητα της μορφογενετικής της πορείας , ένεκα της εμπράγματης ισχύος του διαφοροποιητικού Λόγου - τρόπου του γίγνεσθαι.
Αυτό που θέλω να πω εδώ είναι πως κανένα συγκεκριμένο ον δεν μπορεί να είναι αυτοτελές έναντι της ολότητας ή εντός της ολότητας που το περιέχει και ότι η αυτοτέλεια είναι γνώρισμα της ολότητας και όχι των μερών αυτής.
Συνεπώς η ελεύθερη βούληση στην απόλυτη περιγραφή της ούτε νοείται ούτε τίθεται στην πραγματικότητα.
Τα μερικά όντα έχουν ελευθερία περιορισμένη που συνίσταται στην επιλογή κατεύθυνσης σε ένα ρουν συμβάντων που δεν ελέγχεται από το μερικό υποκείμενο.
Η ελευθερία της βούλησης είναι μια χριστιανική πλάνη που σκοπό έχει να ερμηνεύσει το κακό και να αποδώσει την απόλυτη ευθύνη και την απόλυτη τιμωρία στον άνθρωπο.
Πάνω σε αυτή την ιδέα θεμελιώνονται οι φυλακές και τα κολαστήρια στην παρούσα και την “μέλλουσα” ζωή.
Η ιδέα της ελεύθερης βούλησης συνδέεται με την την ιδέα της ατομικότητας και του αποπλαισιωμένου ατόμου. Οι ιδέες αυτές είναι κατασκευάσματα της φαντασίας και της αυθαιρεσίας που επεβλήθησαν πάνω στην φυσική και κοινωνική πραγματικότητα ως δήμιοι και ιεροεξεταστές της ζωής.
Αν δεν ξεχωρίσουμε την πραγματικότητα της συνείδησης μας από την φυσική πραγματικότητα και αν δεν στηρίξουμε την σχέση αυτών των δύο πραγματικοτήτων στην αρχή της ανταπόκρισης δια της φιλοσοφικο-επιστημονικής έρευνας , τότε θα συνεχίσουμε να προτάσσουμε την έπαρση της συνείδησης μας ενάντια στη φύση και να την παραμορφώνουμε και να την βιάζουμε , ασκώντας αυτή την φοβερή ασέβεια πρώτα και κύρια πάνω στην κοινωνία.
Η εξουσία της συνείδησης πάνω στη φύση είναι μια απεχθής συνθήκη την οποία πρεπει να καταργήσουμε.
Οι φιλοσοφικές θεωρίες τίθενται στο πεδίο του διαλόγου και ως εκ τούτου ουδέποτε έβλαψαν την ανθρωπότητα αλλά τουναντίον την βοήθησαν να εξελιχθεί.
Όμως οι θρησκευτικές πεποιθήσεις που διεκδικούν το αλάθητο και επιβάλλονται δια της ισχύος της εξουσίας πάνω στην κοινωνία και την φύση μόνο καταστροφή και οπισθοδρόμηση φέρουν.
Από όσα είπαμε , για να μεταφέρουμε την σκέψη μας και στην πολιτική κοινωνία , η σχέση κράτους και εκκλησίας που σκοπό έχει την επιβολή της φαντασιακής παράστασης της χριστιανικής θρησκείας στους σκλάβους, αποτελεί συνθήκη απεχθή που παράγει πρωτογενή βία πάνω στις ψυχές των ανθρώπων και μάλιστα των παίδων.
Από αυτή την βία οφείλουμε να απαλλαχθούμε και να διεκδικήσουμε την ελευθερία της επιλογής της γνώσης και της ανταπόκρισης των ιδεών μας στην φύση.
Λουκάς Σταύρου